Αναρρωτική άδεια
Αναρρωτική άδεια
Α.
Σύμφωνα με το άρθρο 657 ΑΚ, ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωσή του για μισθό, αν ύστερα από δεκαήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να εργασθεί από σπουδαίο λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του. Ο εργοδότης έχει το δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό τα ποσά που εξαιτίας του εμποδίου καταβλήθηκαν στον εργαζόμενο από ασφάλιση υποχρεωτική κατά το νόμο.
Κατεξοχήν εμπόδιο του ανωτέρω άρθρου που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του μισθωτού είναι η ασθένεια.
Β.
Ο νόμος ορίζει ότι το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατηρείται, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, η αξίωση για το μισθό σε περίπτωση εμποδίου, δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα (1) μήνα, αν το εμπόδιο εμφανίσθηκε ένα (1) τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της σύμβασης εργασίας, και το μισό μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση.
Σημειώνεται ότι τις ανωτέρω αποδοχές υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης μόνο μια φορά κατά το εργασιακό έτος. Τις αποδοχές αυτές δικαιούται να λάβει ο μισθωτός είτε εφάπαξ, όταν η διάρκεια της ασθένειάς του εξαντλεί τα άνω χρονικά όρια, είτε τμηματικά για περισσότερες απουσίες, μέχρι να συμπληρωθούν τα άνω όρια. Επομένως, στις περιπτώσεις επανειλημμένων ασθενειών του εργαζομένου μέσα στο εργασιακό έτος, δικαιούται τα ημερομίσθια που υπολείπονται μέχρι να συμπληρωθεί ένας μηνιαίος ή μισός μηνιαίος μισθός, ανάλογα με το χρόνο προϋπηρεσίας του, κατά τα ανωτέρω.
Μετά τη συμπλήρωση των ανωτέρω, ο εργοδότης δεν έχει υποχρέωση για καταβολή μισθού, οσαδήποτε εμπόδια και αν εμφανισθούν κατά τη διάρκεια του έτους, ακόμη και όταν ο εργαζόμενος έλαβε αναρρωτική άδεια μεγαλύτερης διάρκειας.
Γ.
Περαιτέρω, στο Ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.4558/1930, προβλέπονται τα όρια της ασθένειας βραχείας διάρκειας, που είναι τα εξής:
– για υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη μέχρι 4 έτη ασθένεια 1 μηνός
– για υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη από 4-10 έτη ασθένεια 3 μηνών
– για υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη από 10-15 έτη ασθένεια 4 μηνών
– για υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη από 15 χρόνια και άνω ασθένεια 6 μηνών
Δ.
Για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα ο μισθωτός δικαιούται να απουσιάσει από την εργασία του, χωρίς να επιτρέπεται να συναχθεί το τεκμήριο ότι η απουσία αυτή συνιστά οικειοθελή αποχώρησή του, η οποία οδηγεί σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας.
Όμως, η πάγια νομολογία δέχεται ότι ακόμη και αν η απουσία του εργαζόμενου από την εργασία του διαρκέσει για χρονικό διάστημα των ανωτέρω αναφερόμενων, δεν επιφέρει τη λύση της εργασιακής σχέσης με τεκμαιρόμενη εκ μέρους του καταγγελία, δηλαδή και πάλι δεν συνιστά οικειοθελή αποχώρηση εκ μέρους του.
Επομένως, η ασθένεια μισθωτού που διαρκεί πέρα από τα χρονικά όρια του νόμου, δεν λύει αυτοδίκαια τη σύμβαση εργασίας, αλλά μπορεί να αποτελέσει ζήτημα κρίσης του δικαστηρίου.