Αρχές Δεοντολογίας Συνδέσμου Δικηγορικών Εταιρειών Ελλάδος
Αρχές Δεοντολογίας Συνδέσμου Δικηγορικών Εταιρειών Ελλάδος
Συντακτική Επιτροπή : N. Φραγκάκης (συντονιστής), Ε. Τροβά,Γ. Κωστακόπουλος, Στ. Ποταμίτης, Στ. Χαρακτινιώτης
Υπεύθυνο Μέλος Δ.Σ.: Λ.Κ. Γεωργόπουλος
Περιεχόμενα
1. Εισαγωγή- ονοματολογία 2
1.1. Σκοπός των Αρχών Δεοντολογίας 2
1.2. Πεδίο Εφαρμογής RationePersonae 3
1.3. Πεδίο Εφαρμογής RationeMateriae 3
2. Γενικές Αρχές 3
3. Σχέσεις με τους Δικηγορικούς Συλλόγους 4
4. Σχέσεις μεταξύ μελών του Συνδέσμου 4
5. Σχέσεις μεταξύ εταίρων των μελών του Συνδέσμου 5
6. Σχέσεις με δικηγόρους και ασκούμενους που απασχολούνται από τα μέλη του Συνδέσμου 6
7. Σχέσεις με Πελάτες 8
7.2. Επαγγελματική εχεμύθεια – επαγγελματικό απόρρητο 8
7.3. Σύγκρουση συμφερόντων 8
8. Σχέσεις με Δικαστήρια 7
9. Σχέσεις με αντιδίκους 9
10. Τελικές διατάξεις 9
1. Εισαγωγή- ονοματολογία
Σύνδεσμος Δικηγορικών Εταιρειών Ελλάδος ή ΣΔΕΕ ή Σύνδεσμος είναι το σωματείο που ιδρύθηκε με το από18.12.2009 Καταστατικό το οποίο εγκρίθηκε δυνάμει της με αρ. 3224/2010 Απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Μέλη του Συνδέσμου είναι οι δικηγορικές εταιρείες που είναι μέλη του κατά την έγκριση του παρόντος από το Διοικητικό Συμβούλιο αυτού και τα μελλοντικά του μέλη. Δικηγορικές Εταιρείες είναι οι δικηγορικές εταιρείες μέλη του ΣΔΕΕ. Εταίροι είναι οι εταίροι των δικηγορικών εταιρειών μελών του ΣΔΕΕ.
Συνεργάτες είναι οι συνεργάτες δικηγόροι των δικηγορικών εταιρειών του ΣΔΕΕ ανεξάρτητα της μορφής απασχόλησής τους σε αυτές.
Ασκούμενοι δικηγόροι είναι οι ασκούμενοι δικηγόροι στα μέλη και τους εταίρους του ΣΔΕΕ. Δικηγορικός Σύλλογος είναι κάθε Δικηγορικός Σύλλογος της επικράτειας. Αρχές Δεοντολογίας είναι οι αρχές που περιλαμβάνονται στο παρόν.
Επιτροπή Δεοντολογίας είναι η από 9 Νοεμβρίου 2010 συσταθείσα Επιτροπή από το ΔΣ του ΣΔΕΕ.
Δικαστήρια είναι τα κάθε είδους δικαστήρια στα οποία παρίστανται οι δικηγόροι που συνεργάζονται ή είναι εταίροι των μελών του ΣΔΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και των διαιτητικών δικαστηρίων.
1.1. Σκοπός των Αρχών Δεοντολογίας
1.1.1. Η ανάπτυξη ενός πλαισίου αρχών δεοντολογίας συνιστά σημαντικό πεδίο δράσης του Συνδέσμου, όπως ρητώς αναγράφεται στην ιδρυτική του πράξη.
1.1.2. Σκοπός του παρόντος πλαισίου είναι η υιοθέτηση κοινών αρχών δεοντολογίας από τις Εταιρείες-μέλη του Συνδέσμου οι οποίες θα διέπουν τόσο την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος από τα μέλη όσο και τις σχέσεις των μελών μεταξύ τους, αρχές οι οποίες θα λογίζονται ως συμπληρωματικές προς τα ισχύοντα κανονιστικά κείμενα που ρυθμίζουν την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος. Για τον λόγο αυτό ρητώς αναγνωρίζεται ότι οι παρούσες αρχές δεοντολογίας θα πρέπει να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται κατά τρόπο που να μην αντιβαίνει στους κανόνες άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος όπως αυτοί ορίζονται στον Κώδικα περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954 όπως ισχύει), στον Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Συλλόγου στον οποίον ανήκει κάθε μέλος, στο π.δ. 81/2005 περί δικηγορικών εταιρειών, καθώς και στον Κώδικα Δεοντολογίας (Code of Conduct) του CCBE (Council of Bars & Law Societies of Europe) ο οποίος έχει υιοθετηθεί από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας στις 11 Μαΐου 2008, έχει εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών στις 29 Μαΐου 2008 και ισχύει σε διασυνοριακές υποθέσεις.
1.2. Πεδίο Εφαρμογής Ratione Personae
Το παρόν πλαίσιο αρχών δεοντολογίας εφαρμόζεται στα νομικά πρόσωπα-μέλη του Συνδέσμου και αφορά στους εταίρους-φυσικά πρόσωπα αυτών, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα τα οποία -είτε με σχέση εξαρτημένης εργασίας είτε με σχέση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών- αναγνωρίζονται ως συνεργάτες ή υπάλληλοι των μελών του Συνδέσμου.
1.3. Πεδίο Εφαρμογής Ratione Materiae
Το παρόν πλαίσιο αρχών εφαρμόζεται στις ακόλουθες θεματικές ενότητες υπό την επιφύλαξη της παρ.1.1.2.:
• Σχέσεις με τους Δικηγορικούς Συλλόγους,
• Σχέσεις μεταξύ των μελών του Συνδέσμου,
• Σχέσεις μεταξύ εταίρων των μελών του Συνδέσμου,
• Σχέσεις με δικηγόρους και ασκούμενους που απασχολούν τα μέλη του Συνδέσμου,
• Σχέσεις με Δικαστήρια,
• Σχέσεις με Πελάτες,
• Σχέσεις με Αντιδίκους.
2. Γενικές Αρχές
2.1. Οι Δικηγορικές Εταιρείες υπηρετούν τη δικαιοσύνη και συμβάλλουν στην ορθή απονομή της. Προασπίζουν και τιμούν το δικηγορικό λειτούργημα, το οποίο είναι ταγμένο στην προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του ανθρώπου. Είναι προσηλωμένες στις θεμελιώδεις αρχές που διέπουν το δικηγορικό λειτούργημα: τη διασφάλιση της αλήθειας και της δικαιοσύνης, με πνεύμα ανεξαρτησίας, ελευθερίας και αξιοπρέπειας.
2.2. Οι Δικηγορικές Εταιρείες, οι εταίροι τους και οι συνεργάτες δικηγόροι ασκούν το λειτούργημά τους και παρέχουν τις επαγγελματικές υπηρεσίες τους σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους και ιδίως εκείνους που ρυθμίζουν τα περί την δικηγορία και τις δικηγορικές εταιρείες και τηρούν τους κανόνες δεοντολογίας και τις κατά νόμον σχετικές αποφάσεις των οικείων Δικηγορικών Συλλόγων.
2.3. Οι Δικηγορικές Εταιρείες μεριμνούν για την τήρηση των Αρχών Δεοντολογίας από τους εταίρους τους και τους συνεργάτες δικηγόρους.
3. Σχέσεις με τους Δικηγορικούς Συλλόγους
3.1. Οι δραστηριότητες των Δικηγορικών Εταιρειών, στα πλαίσια του καθορισμένου από την ισχύουσα νομοθεσία και του οριζόμενου στα καταστατικά τους σκοπού, ασκούνται με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπουν ο Κώδικας Δικηγόρων, ο Κώδικας Δεοντολογίας και οι συναφείς ισχύουσες διατάξεις.
3.2. Οι Δικηγορικές Εταιρείες δεν προβαίνουν σε ρυθμίσεις για την παροχή νομικών υπηρεσιών και γενικά για την άσκηση της δικηγορίας από τους δικηγόρους-μέλη τους ή/και τους δικηγόρους-συνεργάτες τους, οι οποίες θα παρεκκλίνουν από τις προβλεπόμενες από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο που προαναφέρθηκε στην προηγούμενη παράγραφο. Σε αυτή τη βάση, με συνέπεια και δεοντολογική ευαισθησία, διαμορφώνονται οι σχέσεις του Συνδέσμου με τους Δικηγορικούς Συλλόγους. Αρχές δεοντολογίας και εσωτερικής οργάνωσης που υιοθετεί ο Σύνδεσμος για την βελτίωση της λειτουργίας των Δικηγορικών Εταιρειών, γνωστοποιούνται στους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους.
4. Σχέσεις μεταξύ μελών του Συνδέσμου
4.1. Οι σχέσεις μεταξύ των Εταιρειών δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τις σχέσεις μεταξύ των φυσικών προσώπων-δικηγόρων. Στις μεταξύ τους σχέσεις οι Δικηγορικές Εταιρείες τηρούν τις αρχές δεοντολογικής συμπεριφοράς που γενικά εφαρμόζονται στην άσκηση της δικηγορίας και τους κανόνες του θεμιτού ανταγωνισμού. Κάθε μέλος του Συνδέσμου οφείλει:
(i). Να μην δυσφημεί τις άλλες Εταιρείες ή τους εταίρους ή δικηγόρους άλλων Εταιρειών και να μην σχολιάζει δυσφημιστικά τις παρεχόμενες υπηρεσίες και τις αμοιβές τους.
(ii) . Να μην προσεγγίζει με δική του πρωτοβουλία τους δικηγόρους συνεργάτες άλλης Εταιρείας χωρίς προηγουμένως να γνωστοποιεί την πρόθεσή της αυτή στην διοίκηση της Εταιρείας στην οποία εργάζεται ή συμμετέχει ο συνεργάτης για τον οποίο ενδιαφέρεται. Η επαφή μέλους με δικηγόρους συνεργάτες άλλης Εταιρείας είναι ελεύθερη, όταν πραγματοποιείται με πρωτοβουλία του δικηγόρου συνεργάτη.
(iii) . Να μην παρουσιάζει άμεσα ή έμμεσα έργα στα οποία συμμετείχε ως εταίρος ή συνεργάτης δικηγόρος κατά την περίοδο που συνεργαζόταν ή ήταν εταίρος άλλης Εταιρείας σαν δικά του έργα.
4.2. Ο αποχωρών εταίρος ή συνεργάτης δικηγόρος οφείλει να μην συνεχίζει μετά την αποχώρηση του να παρουσιάζεται προς τα έξω σαν συνεργάτης ή εταίρος της Εταιρείας από την οποία αποχώρησε, με σκοπό να δημιουργήσει ανακριβείς εντυπώσεις προς τους πελάτες της Εταιρείας ή τρίτους.
5. Σχέσεις μεταξύ εταίρων των μελών του Συνδέσμου
5.1. Η ομαλή λειτουργία κάθε Εταιρείας μέλους του Συνδέσμου προϋποθέτει την τήρηση κοινά αποδεκτών κανόνων για την αντιμετώπιση ενδεχομένων συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ των εταίρων της.
5.2. Για τον λόγο αυτό, τα μέλη του Συνδέσμου δύνανται να προβλέπουν κανόνες λειτουργίας, οι οποίοι θα προάγουν, μεταξύ άλλων α) τα ευρύτερα συλλογικά (εταιρικά) συμφέροντα, όπως λόγου χάριν τη διασπορά κινδύνου και την προοπτική επανειλημμένων αναθέσεων, β) τις εύλογες προσδοκίες κάθε εταίρου για επαγγελματική εξέλιξη και απολαβές αντίστοιχες των δυνατοτήτων και προσπαθειών του και γ) θα λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις των σχετικών αποφάσεων στους πελάτες και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
5.3. Ενδεικτικά, κανόνες προς αυτήν την κατεύθυνση μπορούν να αφορούν:
(i) . Στους όρους και τις προϋποθέσεις αποδοχής νέων αναθέσεων (π.χ. τον ορισμό του τι αποτελεί σύγκρουση συμφερόντων εταιρείας – πελάτη που να αποκλείει την αποδοχή νέας εντολής, τις αρχές που θα εφαρμόζονται ως προς τη λήψη απόφασης περί ανάληψης υπόθεσης με εντολέα πρόσωπο που έχει συμφέροντα αντίθετα προς τα συμφέροντα υφιστάμενου πελάτη και την επίλυση διαφορών που τυχόν ανακύπτουν).
(ii) . Στην αποζημίωση των εταίρων σε συνάρτηση με τα έσοδα που προέρχονται από συγκεκριμένους πελάτες/με αμοιβές από συγκεκριμένους πελάτες (π.χ., πώς κατανέμονται οι πελάτες μεταξύ των εταίρων, βάσει του ποιος είχε την αρχική επαφή, ποιος παρέχει τον μεγαλύτερο όγκο υπηρεσιών).
(iii) . Στην ανάληψη από εταίρο οποιασδήποτε μορφής έργων πέραν των δικηγορικών.
(iv) . Στην αποζημίωση εταίρου ή εταίρων για ανάληψη διοικητικών ευθυνών (π.χ. αμοιβή διαχειριστή εταίρου, κριτήρια υπολογισμού κ.ο.κ.).
(v) . Στην κατηγοριοποίηση των εταίρων με θέσπιση συγκεκριμένων κριτηρίων: (π.χ. ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής εταίρου στα κέρδη της Εταιρείας, τυχόν διαφοροποιημένα δικαιώματα μεταξύ των εταίρων εκτός από την διαφοροποίηση των ποσοστών συμμετοχής τους στα αποτελέσματα της Εταιρείας).
(vi) . Στην τυχόν υποχρέωση εταίρων να συνεισφέρουν χρηματικά στο σχηματισμό εταιρικού κεφαλαίου (π.χ. τρόπος υπολογισμού κεφαλαιακής εισφοράς για κάθε εταίρο, ρύθμιση κατά την αποχώρηση, τρόπος καταβολής κ.ο.κ.).
(vii) . Στην υποχρέωση εταίρου να αποχωρήσει από την Εταιρεία ή να παύσει να είναι εταίρος (π.χ. όριο ηλικίας, ασυμβίβαστο, ενδεχόμενο αποζημίωσης κ.ο.κ.), καθώς και στους όρους αποβολής του από την Εταιρεία.
(viii) . Στην ευχέρεια ή και την υποχρέωση ενός εταίρου να προσφέρει υπηρεσίες που δεν είναι επιχειρηματικά αποδοτικές αλλά προάγουν το δημόσιο συμφέρον (π.χ. εάν παρέχεται αυτή η ευχέρεια ή επιβάλλεται ως υποχρέωση, υπάρχει περιορισμός ως προς τον διατιθέμενο χρόνο, καθώς και ποσοστό πόρων της εταιρείας που μπορεί να χρησιμοποιεί για το σκοπό αυτό).
6. Σχέσεις με δικηγόρους και ασκούμενους που απασχολούνται από τα μέλη του Συνδέσμου
6.1. Η ομαλή λειτουργία κάθε Εταιρείας-μέλους του Συνδέσμου προϋποθέτει την πρόβλεψη κοινά αποδεκτών κανόνων για την αντιμετώπιση ενδεχομένων συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ της Εταιρείας και συνεργατών της. Οι κανόνες αυτοί θα προάγουν, μεταξύ άλλων:
(i) . Τα ευρύτερα συλλογικά (εταιρικά) συμφέροντα, όπως λόγου χάριν τη διασπορά
κινδύνου και την προοπτική επανειλημμένων αναθέσεων.
(ii) . Τις εύλογες προσδοκίες κάθε συνεργάτη και ασκουμένου για επαγγελματική εξέλιξη, βελτίωση των δεξιοτήτων του και απολαβές αντίστοιχες του επαγγελματικού επιπέδου και προσπαθειών του.
(iii) . Τις επιπτώσεις των αποφάσεων στους πελάτες και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
6.2. Ενόψει των ανωτέρω, κάθε μέλος του Συνδέσμου δύναται να θεσπίζει κανόνες και εσωτερικές διαδικασίες οι οποίες αφορούν στην πρόβλεψη των, ενδεικτικά αναφερόμενων κατωτέρω, ζητημάτων.:
(i) . Προαγωγές συνεργατών (π.χ. πρόβλεψη για υιοθέτηση κανόνων για την αξιολόγηση της επίδοσης των συνεργατών κατά τρόπο προβλέψιμο και με αναφορά σε αντικειμενικά κριτήρια).
(ii) . Αποζημίωση συνεργατών και ασκουμένων (π.χ. θέσπιση κριτηρίων που συνδέονται με το χρόνο υπηρεσίας, την αξιολόγηση ή τη συμμετοχή στις εργασίες της εταιρείας, θέσπιση κριτηρίων για το δικαίωμα σε αμοιβές εξ ελευθεριότητος (bonus)).
(iii) . Υποχρεώσεις Εταιρείας και συνεργάτη σε περίπτωση αποχώρησής του από την Εταιρεία (π.χ. θέματα ανταγωνισμού μετά την αποχώρηση: πελάτες, εμπιστευτικότητα, πρόσληψη από πελάτη της Εταιρείας).
(iv) . Θέματα αυτονομίας και ανεξαρτησίας συνεργάτη ως προς την εκπροσώπηση πελάτη ή επικοινωνία με πελάτη.
(v) . Κατηγοριοποίηση συνεργατών (π.χ. κριτήρια κατηγοριοποίησης, αρμοδιότητες ανά κατηγορία καθώς και αντίστοιχες ευθύνες).
(vi) . Υποχρέωση της Εταιρείας για την επαγγελματική επάρκεια των δικηγόρων που απασχολεί (π.χ. για τη διαρκή επιμόρφωση των δικηγόρων και ειδικά των συνεργατών).
(vii) . Υποχρέωση της Εταιρείας για την εξασφάλιση των κατάλληλων μέσων για την παροχή υπηρεσιών σε ικανοποιητικό επίπεδο ποιότητας (π.χ. ως προς το περιβάλλον εργασίας, ανάπτυξης υλικοτεχνικής υποδομής).
(viii) . Υποχρεώσεις της Εταιρείας προς τους ασκούμενους δικηγόρους (π.χ. κανόνες που αφορούν στην παρακολούθηση και αξιολόγηση της επίδοσης τους, το περιεχόμενο των εργασιών που τους ανατίθενται, την διάθεση χρόνου για ανταπόκριση σε υποχρεώσεις τους: π.χ. επαγγελματικές εξετάσεις, τις σχέσεις συνεργατών με
ασκούμενους, ευθύνη συνεργάτη απέναντι στον ασκούμενο, τρόπος ανάθεσης δουλειάς, επεξήγηση, «διδασκαλία»).
6.3. Περαιτέρω τα μέλη του Συνδέσμου μπορούν να θεσπίζουν εσωτερικούς κανονισμούς προς διασφάλιση των κατωτέρω:
(i) . Το προϊόν εργασίας του δικηγόρου κατά τη διάρκεια παραμονής του στην Εταιρεία να
αποτελεί ιδιοκτησία της Εταιρείας, η οποία θα μπορεί να το αναπαραγάγει, χρησιμοποιήσει και προσαρμόσει σε άλλες υποθέσεις της.
(ii) . Ο δικηγόρος να διέπεται από πνεύμα συνεργασίας και να αποφεύγει πράξεις
ανταγωνισμού τόσο προς άλλους δικηγόρους της Εταιρείας όσο και προς την Εταιρεία.
(iii) . Ο δικηγόρος να προσελκύει πελατεία ενεργώντας για λογαριασμό της Εταιρείας και να
μην προσπαθεί να προσελκύει πελάτες για ίδιο λογαριασμό ούτε να προσπαθεί να αποσπά από την Εταιρεία πελάτες της, εμφανιζόμενος στον πελάτη υπό το εταιρικό ένδυμα.
(iv) . Ο δικηγόρος να τηρεί την υποχρέωση επαγγελματικής εχεμύθειας και να μην
γνωστοποιεί ασκόπως τις υποθέσεις τις οποίες χειρίζεται, ακόμη….κ.α.ι….σε.
συναδέλφους του. ,ε.ντό ς της. Εταιρείας…
(v) . Η απομάκρυνση δικηγόρου από την Εταιρεία είτε με τη θέληση του είτε κατ’ επιλογή
της Εταιρείας να μην συνεπάγεται υποχρεωτικά δέσμευση του δικηγόρου ότι δεν θα συνεργάζεται με πελάτες της εταιρείας οι οποίοι επιλέγουν να τον χρησιμοποιούν.
7. Σχέσεις με Δικαστήρια
7.1. Η καλή λειτουργία των Δικαστηρίων και η απονομή της δικαιοσύνης προϋποθέτει την βέλτιστη συνεργασία όλων των παραγόντων της δίκης και κατ’ εξοχήν των δικαστών και των δικηγόρων.
7.2. Οι Δικηγορικές Εταιρείες, οι εταίροι τους και οι συνεργάτες δικηγόροι έχουν υποχρέωση να σέβονται και να τιμούν τους λειτουργούς της δικαιοσύνης, αναμένοντας αντίστοιχη συμπεριφορά και από εκείνους.
7.3. Ενώπιον όλων των Δικαστηρίων οι εταίροι και οι συνεργάτες δικηγόροι ασκούν το λειτούργημά τους με απόλυτη ελευθερία και ανεξαρτησία γνώμης, μέσα στα πλαίσια των δικονομικών κανόνων, τηρώντας πάντα το καθήκον αληθείας.
7.4. Οι Δικηγορικές Εταιρείες, οι εταίροι τους και οι συνεργάτες δικηγόροι δεν επιτρέπεται να επιχειρούν να επηρεάσουν, αμέσως ή εμμέσως, το Δικαστήριο για την έκβαση υποθέσεως που χειρίζονται.
7.5. Σεβόμενες και αποδίδοντας την δέουσα τιμή στο Δικαστήριο, οι Δικηγορικές Εταιρείες, υποστηρίζουν πάντοτε με σθένος και αποφασιστικότητα τα νόμιμα συμφέροντα του εντολέα τους, χωρίς φόβο συνεπειών για τις ίδιες.
7.6. Οι Δικηγορικές Εταιρείες μεριμνούν για οποιαδήποτε αντίθετη στις αρχές δεοντολογίας συμπεριφορά εταίρου τους ή συνεργάτη δικηγόρου απέναντι σε Δικαστήριο ή Δικαστή.
8. Σχέσεις με Πελάτες
8.1. Οι σχέσεις κάθε Εταιρείας με τους πελάτες της διέπονται από τις αρχές της εμπιστοσύνης και της επαγγελματικής εχεμύθειας και της μη σύγκρουσης συμφερόντων. Πιο συγκεκριμένα:
8.2. Επαγγελματική εχεμύθεια – επαγγελματικό απόρρητο
Το επαγγελματικό απόρρητο εκτείνεται σε πληροφορίες γραπτές ή προφορικές και έγγραφα τόσο γνωμοδοτικού, όσο και δικαστηριακού χαρακτήρα, ανεξάρτητα από τη μορφή τους, υλική ή άυλη (ιδίως χαρτί, τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονική επικοινωνία κλπ).Το επαγγελματικό απόρρητο αφορά την εταιρεία, τους εταίρους και τους συνεργάτες αυτής καθώς και τους ασκούμενους και κάθε πρόσωπο που απασχολείται ή λαμβάνει γνώση του κάθε φακέλου. Το επαγγελματικό απόρρητο είναι απαραβίαστο κατά τη διάρκεια αλλά και μετά την ολοκλήρωση της υπόθεσης ή την ανάκληση της εντολής ή την παραίτηση από αυτήν, καθώς επίσης και μετά το θάνατο του πελάτη αν αυτός είναι φυσικό πρόσωπο.
8.3. Σύγκρουση συμφερόντων
Με την επιφύλαξη συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων, δεν είναι αποδεκτή η παροχή συμβουλών ή η αντιπροσώπευση δύο ή περισσότερων προσώπων που σχετίζονται με την ίδια υπόθεση σε περίπτωση που υφίσταται οποιαδήποτε σύγκρουση ή σημαντικός κίνδυνος σύγκρουσης μεταξύ των συμφερόντων των προσώπων αυτών. Επίσης δεν είναι αποδεκτή η ανάληψη υποθέσεων περισσότερων του ενός προσώπων με αντικρουόμενα μεταξύ τους συμφέροντα καθώς και η ανάληψη υπόθεσης ενός νέου πελάτη εάν υπάρχει πιθανότητα παραβίασης της εμπιστοσύνης και διαρροής εμπιστευτικών πληροφοριών πρώην πελάτη ή εάν η γνώση των υποθέσεων του πρώην πελάτη μπορεί να λειτουργήσει αδικαιολογήτως προς όφελος του νέου πελάτη. Τέλος, σε περίπτωση παραίτησης από την υπόθεση, απαγορεύεται η αποδοχή εντολής υπεράσπισης του αντιδίκου του αρχικού εντολέα.
9. Σχέσεις με αντιδίκους
9.1. Τα μέλη του Συνδέσμου, όταν εκπροσωπούν πελάτες οι οποίοι βρίσκονται μεταξύ τους σε αντιδικία, οφείλουν, χωρίς να θίγουν τα συμφέροντα των πελατών τους:
(i) . Να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς.
(ii) . Να μην ενεργούν παρελκυστικά και κακόπιστα ή με δόλιο τρόπο με σκοπό να προκαλέσουν απώλεια δικαιωμάτων του αντιδίκου τους.
(iii) . Να αντιδικούν με τιμιότητα και ευθύτητα, χωρίς να παραλείπουν να πράξουν καθετί που επιβάλλεται για την ορθή υπεράσπιση των δικαιωμάτων του εντολέα τους.
(iv) . Να προάγουν την επικοινωνία μεταξύ τους για ζητήματα που άπτονται της υπόθεσης, όπως π.χ. έγκαιρη ενημέρωση για ζήτημα αναβολής συζήτησης, ενημέρωση για νέα δεδομένα που ενδέχεται να οδηγήσουν στην ταχύτερη επίλυση της υπόθεσης.
(v) . Να αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τον αντίδικο και κάθε συζήτηση σχετική με την υπόθεση, χωρίς την συναίνεση ή την παρουσία του δικηγόρου του αντιδίκου.
(vi) . Να σέβονται τον αντίδικο και να συμπεριφέρονται προς αυτόν με ευγένεια, να αποφεύγουν προσβλητικές και οξείες εκφράσεις καθώς και κάθε υποτιμητική για τον αντίδικο ενέργεια ή διατύπωση που δεν είναι αναγκαία για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του εντολέα τους.
10. Τελικές διατάξεις
Οι παρούσες αρχές, μετά την έγκρισή τους από το ΔΣ του Συνδέσμου διανέμονται στα μέλη του τα οποία επιδιώκουν να τις κάνουν γνωστές στους εταίρους, συνεργάτες και ασκουμένους των μελών, τίθενται δε σε ισχύ με την έγκρισή τους από τη ΓΣ του Συνδέσμου.
Οι παρούσες αρχές μπορούν να επικαιροποιηθούν με νεώτερη απόφαση του ΔΣ του Συνδέσμου και θα ισχύουν από την έγκρισή τους.
Τις παρούσες αρχές οφείλουν να αποδέχονται τα νέα μέλη που θα εισέλθουν στο Σύνδεσμο.
Η Επιτροπή Δεοντολογίας μεριμνά για την ενημέρωση των μελών του Συνδέσμου για τις αρχές αυτές και τον σεβασμό τους.