a

Copyright 2023 Ιάσων Σκουζός TaxLaw.
All Rights Reserved.

espa
Back to top

Κυρώσεις μη υποβολής πόθεν έσχες

Ιάσων Σκουζός - TaxLaw > Κλάδοι Δικαίου  > Φορολογικό Δίκαιο  > Κυρώσεις μη υποβολής πόθεν έσχες

Κυρώσεις μη υποβολής πόθεν έσχες

Η υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες) θεσπίσθηκε το πρώτον µε τον ν. 4351/1964 «Περί προστασίας της τιµής του πολιτικού κόσµου της Χώρας». Η υποχρέωση καταλάµβανε τον Πρωθυπουργό, τους Aρχηγούς και Κοινοβουλευτικούς Εκπροσώπους των πολιτικών κοµµάτων, τους Υπουργούς, Υφυπουργούς, Βουλευτές, Γενικούς Γραµµατείς Υπουργείων και τους διοικητικούς υπαλλήλους πρώτου ή αντίστοιχου βαθµού, και αφορούσε την περιουσιακή κατάσταση των ιδίων, των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους. Έκτοτε, με νεότερους νόμους η υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης επεκτάθηκε και σε άλλα στελέχη της Διοίκησης και λοιπά πρόσωπα.

Ήδη ο πρόσφατος νόμος 5026/2023 (ΦΕΚ Α’ 45/28.02.2023) αντικατέστησε τον ν. 3213/2003 αναφορικά με τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων (δηλώσεις πόθεν έσχες). Ωστόσο, κατ’ εξαίρεση, οι έλεγχοι, που δεν έχουν ολοκληρωθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ολοκληρώνονται σύμφωνα με το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά την έναρξη του ελέγχου.

Με το άρθρο 29 καθορίζεται πλέον ετήσιος στόχος ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και δηλώσεων οικονομικών συμφερόντων από την Επιτροπή Ελέγχου, που για πρώτη φορά ποσοστικοποιείται, δηλαδή δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσοστού επτά τοις εκατό (7%) του συνόλου των ελεγχόμενων Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. Ειδικά για το πρώτο έτος εφαρμογής το ανωτέρω ποσοστό ορίζεται σε πέντε τοις εκατό (5%) και για το δεύτερο σε έξι τοις εκατό (6%). Οι Δ.Π.Κ. που ελέγχονται κατ` έτος επιλέγονται με απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου, κατόπιν εισήγησης του συντονιστή, με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ή, εξαιρετικά, με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από την Επιτροπή Ελέγχου κατ` έτος και πριν από την έναρξη της προθεσμίας υποβολής των Δ.Π.Κ. και δεν δημοσιοποιούνται.

Αναφορικά με τις προθεσμίες για την υποβολή των δηλώσεων, σημειώνουμε ότι η δήλωση περιουσιακής κατάστασης (ΔΠΚ) υποβάλλεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, από τους οριζόμενους ως υπόχρεους που προσδιορίζονται στα άρθρα 3- 16, μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την απόκτηση της ιδιότητας τους (αρχική δήλωση). Όσο διαρκεί η θητεία της δραστηριότητας ή διατηρείται η ιδιότητα των υπόχρεων, η Δ.Π.Κ. υποβάλλεται από τους υπόχρεους ετησίως, καθώς και για δύο (2) έτη μετά την απώλεια της ιδιότητας, με την τελική δήλωση να αφορά στο έτος χρήσης που έπεται της απώλειας της ιδιότητας αυτής. Η ετήσια Δ.Π.Κ. υποβάλλεται από τον ίδιο τον υπόχρεο εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Εντός της ίδιας ως άνω προθεσμίας οι υπόχρεοι υποβάλλουν και δήλωση οικονομικών συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.), σύμφωνα με το άρθρο 23 του νόμου.

Ο ίδιος νόμος προβλέπει ένα πλαίσιο κυρώσεων που κατηγοριοποιούνται ως εξής:

  1. Διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης

1.α. Διοικητικά πρόστιμα

Το άρθρο 22 προβλέπει ότι  εντός τριάντα (30) ημερών από την πάροδο της προθεσμίας που ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 18  επιτρέπεται η υποβολή δήλωσης ύστερα από πληρωμή ηλεκτρονικού παράβολου ποσού διακοσίων (200) ευρώ:

  • για τους υπόχρεους του άρθρου 4, δηλαδή τα πολιτικά πρόσωπα: μέλη της κυβέρνησης, υφυπουργούς, αρχικούς πολιτικών κομμάτων εκπροσωπούνται στη Βουλή ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση, τους βουλευτές και τους ευρωβουλευτές, καθώς και όσους διαχειρίζονται τα οικονομικά των πολιτικών κομμάτων,
  • για τους υποχρέους της περ. α` του άρθρου 6, ήτοι τους περιφερειάρχες και τους δημάρχους και
  • για τους υποχρέους της περ. α` της παρ. 1 του άρθρου 8, ήτοι τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς. Αντίθετα, προβλέπεται παράβολο πενήντα (50) ευρώ για τους λοιπούς υπόχρεους.

Μετά την πάροδο των τριάντα (30) ημερών και μέχρι την συμπλήρωση ενός (1) έτους, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η υποβολή δήλωσης επιτρέπεται ύστερα από πληρωμή ηλεκτρονικού παράβολου ποσού τετρακοσίων (400) ευρώ για τις ως άνω περιπτώσεις α)- γ) και εκατό (100) ευρώ για τις υπόλοιπες κατηγορίες υποχρέων.

1.β. Πειθαρχικές κυρώσεις

Σε περίπτωση μη υποβολής Δ.Π.Κ. και της Δήλωσης Οικονομικών Συμφερόντων, ο συντονιστής ελέγχων του άρθρου 26 και τα ειδικά ελεγκτικά όργανα του άρθρου 27 ενημερώνουν τους αρμόδιους φορείς ή όργανα και ο υπόχρεος διώκεται πειθαρχικά κατά τις κείμενες πειθαρχικές διατάξεις.

  1. Ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς ή ελλιπούς δήλωσης

2α. Ποινικό αδίκημα

Η μη υποβολή ή η υποβολή ανακριβούς ή ελλιπούς ΔΠΚ τυποποιείται από τις διατάξεις του άρθρου 39 ως ποινικό αδίκημα και μάλιστα τυπικό, δηλαδή μόνη η μη τήρηση της διαδικασίας υποβολής ή σύμπραξης στην υποβολή ή ανακριβείας της δήλωσης επισύρει ποινικές κυρώσεις.

Σύμφωνα με την 39, ο υπόχρεος που παραλείπει να υποβάλει δήλωση μετά την πάροδο των τριάντα (30) ημερών από την προθεσμία που τίθεται στο άρθρο 22 για την εμπρόθεσμη υποβολή δήλωσης όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή.

Αν ο υπόχρεος τελεί το αδίκημα με σκοπό την απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου αξίας ανώτερης των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή από χίλιες (1.000) έως πέντε χιλιάδες (5.000) ημερήσιες μονάδες. Το ύψος καθεμίας από τις ημερήσιες μονάδες δεν μπορεί να είναι κατώτερο από δέκα (10) ευρώ ούτε ανώτερο από εκατό (100) ευρώ.

Ο υπαίτιος της πράξης της τιμωρείται με ποινή κάθειρξης έως δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή από χίλιες (1.000) έως δέκα χιλιάδες (10.000) ημερήσιες μονάδες, το ύψος καθεμίας από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερο από είκοσι (20) ευρώ ούτε ανώτερο από εκατό (100) ευρώ, αν η συνολική αξία της αποκρυπτόμενης περιουσίας του ιδίου και των λοιπών προσώπων, για τα οποία αυτός οφείλει να υποβάλει δήλωση, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.

Ωστόσο, προβλέπεται ότι, αν η μη υποβολή ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης τελέστηκε από αμέλεια, επιβάλλεται χρηματική ποινή. Σε κάθε δε περίπτωση, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, εκτιμώντας ελεύθερα όλες τις περιστάσεις, μπορεί να κρίνει τις πράξεις αυτές ατιμώρητες.

Διαδικαστικά, η ποινική δίωξη ασκείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών και ενεργείται με παραγγελία για προανάκριση ή κύρια ανάκριση, ανάλογα με τη βαρύτητα της πράξης. Για την κατηγορία, εφόσον αυτή έχει χαρακτήρα κακουργήματος, αποφαίνεται το συμβούλιο πλημμελειοδικών.

2.β. Δήμευση περιουσιακών στοιχείων

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 τα περιουσιακά στοιχεία που δεν δηλώθηκαν στην περίπτωση κάποιου εκ των ανωτέρω αδικημάτων δημεύονται με την καταδικαστική απόφαση, εκτός αν ο υπαίτιος αποδεικνύει τη νόμιμη προέλευση τους. Αν τα περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε δήμευση, σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις, δεν υπάρχουν πλέον, δεν έχουν βρεθεί, δεν είναι δυνατόν να κατασχεθούν ή ανήκουν σε τρίτο σε βάρος του οποίου δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί δήμευση, δημεύονται περιουσιακά στοιχεία του υπαιτίου ίσης αξίας με αυτά κατά το χρόνο της καταδικαστικής απόφασης, όπως προσδιορίζονται από το δικαστήριο. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει και χρηματική ποινή μέχρι το ποσό της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, αν κρίνει ότι δεν υπάρχουν πρόσθετα περιουσιακά στοιχεία για δήμευση ή τα υπάρχοντα υπολείπονται της αξίας των υποκειμένων σε δήμευση.

  1. Καταλογισμός από το Ελεγκτικό Συνέδριο

Εφόσον η προέλευση περιουσιακού οφέλους δεν δικαιολογείται, σε βάρος του ελεγχόμενου καταλογίζεται το αντίστοιχο χρηματικό ποσό το οποίο τεκμαίρεται μαχητά ότι προέρχεται από την κατ΄ εκμετάλλευση της θέσης του, διάπραξης αθέμιτων και επί ζημία του Δημοσίου συναλλαγών  από το αρμόδιο τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 118- 129 του ν. 4700/2020 (Ε.Σ. αποφ. Ολομ. 1/2013, 2825/2006 και V Τμ. 757/2012, 926/2010, 3346/2009 κ.ά.). Σημειώνεται, ότι ο καταλογισμός αποκλείεται εάν το περιουσιακό στοιχείο έχει δημευθεί.

Η αίτηση καταλογισμού ασκείται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση καταλογισμού καταθέτει τις γραπτές αντιρρήσεις του στη γραμματεία του Δικαστηρίου σε προθεσμία δέκα (10) ημερών πριν από τη δικάσιμο.

 

 

*             Οι πληροφορίες είναι ακριβείς με βάση τα δεδομένα που είναι γνωστά στον συγγραφεά κατά τον χρόνο σύνταξης του άρθρου. Δεν  έχουμε υποχρέωση να επικαιροποιούμε τα αναρτημένα άρθρα. Η δικηγορική μας εταρεία δεν αναλαμβάνει ευθύνη έναντι οποιουδήποτε τρίτου που δεν είναι πελάτης και δεν έχει υπογράψει τους όρους συνεργασίας μας.

error: Content is protected !!