Φορολογική μεταχείριση του φόρου αλλοδαπής για τις χρήσεις πριν την 1η Ιανουαρίου 2014
Σύμφωνα με το άρθρο 109 παρ. 4 και 5 του προϊσχύσαντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.2238/1994 – στο εξής «ΚΦΕ»), από το συνολικό ποσό του φόρου (συμπεριλαμβανομένου και του συμπληρωματικού φόρου) που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα εκπίπτει ο φόρος που προκαταβλήθηκε, ο φόρος που παρακρατήθηκε, καθώς και ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτήν και υπόκειται σε φορολογία. Ο φόρος αλλοδαπής σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερος από το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα. Για την απόδειξη του ύψους του φόρου αλλοδαπής απαιτείται βεβαίωση της αρμόδιας αρχής της χώρας σύμφωνα με τις Σ.Α.Δ.Φ.
Περαιτέρω, με την από 12.06.2013 Διαταγή του Υπουργείου Οικονομικών (Δ12Β 1095997 ΕΞ 2013), διευκρινίστηκε η σειρά με την οποία οι εκπιπτόμενοι φόροι μειώνουν το συνολικό οφειλόμενο φόρο, καθώς και η φορολογική μεταχείριση του φόρου αλλοδαπής, όταν κατά την εκκαθάριση της δήλωσης προκύπτει πιστωτικό υπόλοιπο προς επιστροφή. Συγκεκριμένα, οι εκπιπτόμενοι φόροι αφαιρούνται με τη σειρά που απεικονίζονται στο έντυπο φορολογίας εισοδήματος, ήτοι πρώτα ο φόρος που προκαταβλήθηκε, κατόπιν ο παρακρατηθείς φόρος και τέλος ο φόρος αλλοδαπής. Σχετικά με το ποσό του φόρου αλλοδαπής, λοιπόν, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και να αφαιρείται από τον αναλογούντα φόρο. Ωστόσο, αν μετά την ως άνω αφαίρεση προκύπτει πιστωτικό υπόλοιπο ή ο φόρος αλλοδαπής προσαυξάνει το ήδη υπάρχον πιστωτικό υπόλοιπο, τότε ο φόρος αυτός που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή δε θα πρέπει να επηρεάσει το πιστωτικό ποσό για επιστροφή και αυτό γιατί η απόδοση του φόρου αυτού έγινε στην αλλοδαπή και όχι στο Ελληνικό Δημόσιο και ως εκ τούτου, δε νοείται επιστροφή φόρου που δεν έχει καταβληθεί σε αυτό.
Τέλος, στην πρόσφατη απόφαση της Διοίκησης υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1060/2015, γίνεται ρητή μνεία στις διατάξεις του άρθρου 109 παρ.4 ΚΦΕ και διευκρινίζεται ότι οι φόροι θα πρέπει να εκπίπτουν από το συνολικό ποσό φόρου με την κάτωθι σειρά:α) φόρος που παρακρατήθηκε, β) φόρος που προκαταβλήθηκε και γ) φόρος που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή.Η επιπλέον διαφορά δύναται να επιστραφεί μόνο στις υπό στοιχεία α) και β) περιπτώσεις, εφόσον πρόκειται για ποσό φόρου μεγαλύτερου από το συνολικό οφειλόμενο φόρο.
Σημειώνεται ότι έχουν εκδοθεί σχετικά και πρόσφατες δεσμευτικές αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (1765/2014, 2988/2014 και 2359/2014), οι οποίες «επικυρώνουν» την ως άνω πάγια ερμηνεία της Διοίκησης. Συγκεκριμένα, κατά την κρατούσα νομολογία, ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή, για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτήν, εκπίπτει από τον αναλογούντα φόρο μόνο στην περίπτωση που προκύπτει χρεωστικό ποσό για βεβαίωση και δη κατά ποσό ίσο με εκείνο που απομένει έπειτα από την έκπτωση από αυτόν (αναλογούντα) του προκαταβληθέντος και παρακρατηθέντος και μόνο έως το ύψος του υπολοίπου αυτού.
Τέλος, αναφορικά με το ισχύον νομικό πλαίσιο, αξίζει να σημειωθεί ότι η θέση της Διοίκησης παραμένει αμετάβλητη, γεγονός που αποδεικνύουν τόσο οι διατάξεις των άρθρων 9, 67 παρ.6 και 68 παρ.3 του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.4172/2013), οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις ουσιωδώς όμοιες με εκείνες των προϊσχυουσών διατάξεων του άρθρου 109 παρ.4 και 5 του Ν.2238/1994, όσο και οι εκδοθείσες σχετικές αποφάσεις του Υπουργείου Οικονομικών υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1060/2015 και 1067/2015.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 2/11/2015