Αγωγή λύσης ανώνυμης εταιρείας – προϋποθέσεις άρθρου 48α ν.2190/1920
Σύμφωνα με το άρθρο 48α του κ.ν. 2190/1920 μια μη εισηγμένη Α.Ε. μπορεί να λυθεί δικαστικά υπό τις εξής προϋποθέσεις:
α) Να ασκήσει ένας ή περισσότεροι μέτοχοι (μη εισηγμένης Α.Ε.) αγωγή για λύση της Α.Ε. Την εν λόγω αγωγή νομιμοποιείται αυστηρώς να ασκήσει μόνο όποιος κατέχει την ιδιότητα του μετόχου. Επομένως δεν νομιμοποιούνται να την ασκήσουν ο Πρόεδρος ή μέλη του Δ.Σ., οι δανειστές της Α.Ε., οι ελεγκτές κ.λ.π.
β) Ο μέτοχος ή οι μέτοχοι που ασκούν την αγωγή λύσης της Α.Ε. θα πρέπει να εκπροσωπούν το 1/3 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Θα πρέπει δηλαδή να εκπροσωπούν το 1/3 των οποιουδήποτε είδους μετοχών της Α.Ε. και όχι των ψήφων της Γ.Σ., και επίσης θα πρέπει να έχουν καταβάλει και το μετοχικό κεφάλαιο που αναλογεί σε αυτές. Επομένως, ανάληψη μετοχών χωρίς καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου δεν μπορεί να οδηγήσει στο σχετικό δικαίωμα.
γ) Η αγωγή για λύση της Α.Ε. θα πρέπει να βασίζεται σε σπουδαίο λόγο, ο οποίος να καθιστά αδύνατη τη συνέχιση λειτουργίας της Α.Ε. Στην έννοια του σπουδαίου λόγου συμπεριλαμβάνεται κάθε μη αναμενόμενο πραγματικό περιστατικό που δικαιολογεί τη λύση της εταιρείας και που οδηγεί στην υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης με βάση την πραγματική κατάσταση, τις περιστάσεις και τη συμπεριφορά των εμπλεκομένων (ΟλΑΠ 17/1995- έννοια καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος), στοιχεία τα οποία αδιαμφισβήτητα καθιστούν τη συνέχιση μιας έννομης σχέσης μη ανεκτή.
Πιο συγκεκριμένα:
1) Ο σπουδαίος λόγος πρέπει να αποτρέπει την επιδίωξη των εταιρικών σκοπών, τη λειτουργία των οργάνων και την αποτελεσματική άσκηση των μετοχικών δικαιωμάτων. Επίσης, θα πρέπει να αποτρέπεται στ σύνολό της η λειτουργία της επιχείρησης κι όχι ένα τμήμα αυτής. Δεν συνιστά, τέλος, σπουδαίο λόγο η μη κερδοφορία της εταιρείας ή η μη επιδίωξη επιτυχώς των εταιρικών σκοπών.
2) Ο σπουδαίος λόγος θα πρέπει να επιδρά προφανώς στη λειτουργία και τη συνέχιση της Α.Ε. Θα πρέπει με άλλα λόγια να είναι πρόδηλο και αδιαμφισβήτητο το δυσβάστακτο της συνέχισης της λειτουργίας της Α.Ε.
3) Ο σπουδαίος λόγος και η κατάσταση που δημιουργείται εξ αυτού πρέπει να έχει κάποια μονιμότητα, να μην είναι στιγμιαίος.
Περιπτώσεις σπουδαίου λόγου:
α) Από καταστάσεις ίσης συμμετοχής:
Μερικές φορές η μη πλειοψηφική (περιπτώσεις συμπαγών μετοχικών ομάδων) ή η ίση (50-50) συμμετοχή σε ένα εταιρικό σχήμα μπορεί να δημιουργήσει γενικότερη αδυναμία στη διοίκηση και στη λήψη αποφάσεων. Η αδυναμία αυτή προσλαμβάνει συνήθως δύο μορφές:
1) Είτε αδυναμία λήψης απόφασης από Γ.Σ. σχετικά με διοίκηση Α.Ε. (π.χ. αδυναμία διορισμού Δ.Σ.[Προσοχή: η αδυναμία αυτή πρέπει να μην μπορεί να καλυφθεί ούτε με τον διορισμό προσωρινής διοίκησης -ΑΚ 69 – προκειμένου να θεωρηθεί σπουδαίος λόγος)
2) Είτε αδυναμία λήψης απόφασης από Δ.Σ. σχετικά με διοίκηση Α.Ε. (π.χ. παράλυση ή αδράνεια Δ.Σ. για λήψη αποφάσεων)
β) Άλλοι λόγοι λύσης:
Σπουδαίο λόγο μπορούν να αποτελέσουν και άλλοι λόγοι οι οποίοι να καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της εταιρείας. Τέτοιοι μπορούν να είναι:
α) μείωση των εργασιών της εταιρίας που οδηγείται σε χρεοκοπία,
β) πλήρης ρήξη στις προσωπικές και συνεταιρικές σχέσεις μεταξύ
γ) αδυναμία ανταπόκρισης στα μηνιαία βασικά λειτουργικά έξοδα
δ) δημιουργία υπέρογκων χρεών
κ.α.
Δικονομικά:
Η αγωγή ασκείται από τον μέτοχο ή τους μετόχους που έχουν έννομο συμφέρον για τη λύση της Α.Ε. ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου της έδρας της Α.Ε.
Παρέμβαση:
Οι υπόλοιποι μέτοχοι έχουν δυνατότητα παρέμβασης στη δίκη τη σχετική με τη λύση της Α.Ε. υπό τον όρο να υπερβαίνουν το 1/5 του μετοχικού κεφαλαίου.
Η παρέμβαση αυτή (πρόσθετη παρέμβαση) μπορεί να γίνει είτε υπέρ του ενάγοντος ή εναγόντων μετόχων με σκοπό τη στήριξη αιτήματος λύσης της Α.Ε. είτε υπέρ της Α.Ε. με σκοπό τη μη λύση της.
Ωστόσο, στη περίπτωση παρέμβασης υπέρ της Α.Ε. υπάρχει δυνατότητα πέραν του αιτήματος για μη λύση να σωρευθεί αίτημα από πλευράς των παρεμβαινόντων μετόχων για εξαγορά του συνόλου των μετοχών του ενάγοντος μετόχου.
Έτσι, στην περίπτωση που το δικαστήριο αποφασίσει την εξαγορά του μεριδίου του ενάγοντος μετόχου από τους παρεμβαίνοντες, τότε αυτό θα πρέπει να ρευστοποιηθεί και να αποδοθεί χρηματικό αντάλλαγμα στον ενάγοντα εντός ορισμένης από το δικαστήριο προθεσμίας. Η αξία των μετοχών που εξαγοράζονται αποτιμάται από το δικαστήριο δίκαια και δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό που πιθανολογείται ότι θα λάμβαναν οι ενάγοντες σε περίπτωση εκκαθάρισης της εταιρείας, το οποίο το δικαστήριο μπορεί να αυξήσει κατά 20%.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο νομοθέτης αντιμετωπίζει την εν λόγω διάταξη σαν την ύστατη λύση επίλυσης των τυχόν εταιρικών διαφορών που προκύπτουν, γεγονός το οποίο καταδεικνύεται και από την πρόβλεψη για παροχή προθεσμίας από το δικαστήριο 2-6 μήνες (με δυνατότητα παράτασης για 3 μήνες) προς άρση των τυχόν διαφορών, αλλά και από την υποχρέωση για τήρηση της αρχής της αναλογικότητας μεταξύ λύσης της εταιρείας και συμφερόντων τρίτων-δανειστών και λοιπών μετόχων της εταιρείας.