Η υπ’ αρ. 109343/12/2017 Κ.Υ.Α για τον προσδιορισμό των κριτηρίων χαρακτηρισμού των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιχειρήσεων κατ’ άρθρο 22α ΚΦΕ
Η νέα υπ’ αρ. 109343/12/2017 Κ.Υ.Α. των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών, για τον προσδιορισμό των κριτηρίων χαρακτηρισμού των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιχειρήσεων κατ’ άρθρο 22Α Κ.Φ.Ε. (Ν.4172/2013).
I.Εισαγωγή
Με την πρόσφατη υπ’ αριθμόν 109343/12/2017 Κ.Υ.Α. των Υπουργών Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών, προσδιορίσθηκαν τα κριτήρια χαρακτηρισμού των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιχειρήσεων κατ’ άρθρο 22Α Κ.Φ.Ε. (Ν.4172/2013), καταργούμενης κατ’ αυτό τον τρόπο της προϊσχύουσας υπ’ αριθμόν 12962 (ΠΟΛ)2029/03.11.1987 Υ.Α.
Οι διατάξεις της νέας Κ.Υ.Α έχουν εφαρμογή για το χαρακτηρισμό των σχετικών δαπανών του φορολογικού έτους 2017 και εντεύθεν.
Σύμφωνα με τη νέα Κ.Υ.Α., δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας είναι οι δημιουργικές εργασίες που αναλαμβάνονται σε συστηματική βάση με σκοπό την αύξηση του αποθέματος της γνώσης, την τεκμηρίωση και χρήση αυτού του αποθέματος της γνώσης για την επινόηση νέων εφαρμογών.
Η επιστημονική και τεχνολογική έρευνα διακρίνεται σε βασική, εφαρμοσμένη και πειραματική ανάπτυξη ως εξής:
α) Βασική έρευνα είναι οι πρωτότυπες πειραματικές ή θεωρητικές εργασίες ελεύθερης επιλογής που εκπονούνται με πρωταρχικό σκοπό την απόκτηση νέων γνώσεων για τα υποκείμενα αίτια και τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των φαινομένων και των παρατηρήσιμων γεγονότων, χωρίς να αποβλέπουν σε συγκεκριμένες χρήσεις ή εφαρμογές. Η βασική έρευνα αναλύει δομές, ιδιότητες και σχέσεις με προοπτική διατύπωσης και ελέγχου υποθέσεων, θεωριών ή νόμων. Τα αποτελέσματά της συνήθως δεν είναι άμεσα εκμεταλλεύσιμα για εμπορικούς σκοπούς, δεν διατίθενται αυτούσια προς πώληση αλλά δημοσιεύονται σε επιστημονικά περιοδικά και είναι ευρέως διαθέσιμα στους ενδιαφερόμενους χωρίς αποκλεισμό.
β) Εφαρμοσμένη έρευνα είναι οι πρωτότυπες ερευνητικές εργασίες που εκπονούνται με σκοπό την απόκτηση νέων γνώσεων, εφ’ όσον έχουν συγκεκριμένο πρακτικό στόχο. Η εφαρμοσμένη έρευνα εκπονείται για να διερευνήσει είτε τις πιθανές χρήσεις των υποσχόμενων ευρημάτων της βασικής έρευνας είτε για να προσδιορίσει νέες μεθόδους και τρόπους για την επίτευξη συγκεκριμένων και προκαθορισμένων στόχων. Χρησιμοποιεί την υπάρχουσα και την αποκτώμενη γνώση για την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων και προσδίδει λειτουργική μορφή στις ιδέες. Τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης έρευνας έχουν πρωταρχικά εφαρμογή σε ένα περιορισμένο αριθμό προϊόντων, λειτουργικών διαδικασιών, μεθόδων ή συστημάτων.
γ) Πειραματική ανάπτυξη είναι οι συστηματικές εργασίες, οι οποίες βασίζονται στις γνώσεις που έχουν αποκτηθεί από την έρευνα και την πρακτική εμπειρία και στοχεύουν στην παραγωγή νέων υλικών, προϊόντων και συσκευών, στην εγκατάσταση νέων διαδικασιών, συστημάτων και υπηρεσιών ή στην ουσιαστική βελτίωση αυτών που έχουν ήδη παραχθεί ή εγκατασταθεί.
II. Τα κριτήρια χαρακτηρισμού
Βασικό κριτήριο για την οριοθέτηση/διάκριση των δραστηριοτήτων επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας σε σχέση με συναφείς επιστημονικές, τεχνολογικές και βιομηχανικές δραστηριότητες, είναι η παρουσία στις δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας ενός αξιόλογου στοιχείου πρωτοτυπίας και η άρση επιστημονικής ή τεχνολογικής αβεβαιότητας, όταν δηλαδή η λύση σε ένα πρόβλημα δεν είναι εύκολα εμφανής σε άτομο εξοικειωμένο με το βασικό απόθεμα της γνώσης και των τεχνικών που χρησιμοποιούνται στο σχετικό τομέα.
Για την οριοθέτηση/διάκριση κατά τα ανωτέρω των δραστηριοτήτων επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας ισχύουν ιδίως (άρα όχι περιοριστικώς) οι κατωτέρω υπαγωγές και εξαιρέσεις:
α) Υπάγονται ο σχεδιασμός, η κατασκευή ενός ή περισσοτέρων πρωτοτύπων και οι σχετικές δοκιμές. Η τυχόν κατασκευή στη συνέχεια σειράς πρωτοτύπων για την ικανοποίηση άλλων αναγκών, η οποία έπεται της επιτυχούς ολοκλήρωσης των δοκιμών του αρχικού πρωτοτύπου εξαιρείται.
β) Υπάγονται η κατασκευή και λειτουργία πιλοτικών έργων σε πειραματική φάση προκειμένου να αποκτηθεί εμπειρία και να συνδυαστούν κατασκευαστικές μελέτες και άλλα δεδομένα για τη δημιουργία προδιαγραφών νέων προϊόντων, τον σχεδιασμό ειδικού εξοπλισμού και δομών καθώς και για την προετοιμασία οδηγιών λειτουργίας και εγχειριδίων διαδικασιών και μεθόδων.
γ) Υπάγονται οι εργασίες βιομηχανικού σχεδιασμού μόνο εφόσον είναι απαραίτητες για την υλοποίηση των δραστηριοτήτων επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας. Εξαιρείται ο σχεδιασμός που αφορά την διαδικασία παραγωγής.
δ) Υπάγονται οι εργασίες βιομηχανικής μηχανικής μόνο αν για την επιτυχή υλοποίησή τους απαιτηθεί περαιτέρω έρευνα.
ε) Υπάγεται η ανάπτυξη προγραμμάτων πρωτότυπου και καινοτομικού λογισμικού εφόσον επιφέρουν ουσιαστική επιστημονική ή τεχνολογική πρόοδο και εφόσον ο σκοπός του κάθε έργου είναι η συστηματική επίλυση μιας επιστημονικής ή τεχνολογικής αβεβαιότητας. Η ανάπτυξη αυτών έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του αποθέματος της γνώσης.
Η ανάπτυξη λογισμικού μπορεί να αφορά σε τελικό προϊόν ή να αποτελεί μέρος συγκεκριμένου προγράμματος επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
Στις δραστηριότητες ανάπτυξης λογισμικού περιλαμβάνονται:
αα) Η ανάπτυξη τεχνολογιών πληροφορικής στο επίπεδο λειτουργικών συστημάτων, αλγορίθμων, γλωσσών προγραμματισμού, διαχείρισης δεδομένων, λογισμικού επικοινωνιών, εργαλείων ανάπτυξης λογισμικού.
ββ) Η ανάπτυξη τεχνολογιών διαδικτύου.
γγ) Η έρευνα σε μεθόδους σχεδιασμού, ανάπτυξης, εκμετάλλευσης ή συντήρησης λογισμικού.
δδ) Η ανάπτυξη εργαλείων λογισμικού ή τεχνολογιών πληροφορικής σε εξειδικευμένες περιοχές της πληροφορικής όπως image processing, παρουσίαση γεωγραφικών δεδομένων, αναγνώριση χαρακτήρων, τεχνητή νοημοσύνη κ.λπ.
Από τις δραστηριότητες ανάπτυξης λογισμικού εξαιρούνται:
εε) Δραστηριότητες που χρησιμοποιούν γνωστές μεθόδους και εργαλεία λογισμικού για την ανάπτυξη εφαρμογών για επιχειρήσεις και συστημάτων πληροφορικής.
στστ) Οι αναβαθμίσεις, προσθήκες ή αλλαγές σε υπάρχοντα προγράμματα ή συστήματα.
ζζ) Η υποστήριξη υπαρχόντων συστημάτων.
ηη) Η μετατροπή ή η προσαρμογή γλωσσών προγραμματισμού ή άλλων αναπτυξιακών εργαλείων/βιβλιοθηκών.
θθ) Οι προσαρμογές υπαρχόντων προγραμμάτων και οι προσθήκες λειτουργιών για τους χρήστες εφαρμογών.
ιι) Ο εντοπισμός και η απομάκρυνση σφαλμάτων σε υπάρχουσες εφαρμογές.
στ) Υπάγονται οι κλινικές δοκιμές (μελέτες) φάσεων 1,2 και 3 νέων φαρμάκων εμβολίων και θεραπειών. Οι κλινικές δοκιμές φάσης 4 οι οποίες συνεχίζουν τη δοκιμή φαρμάκων, εμβολίων ή θεραπειών έπειτα από την έγκριση και παραγωγή ή εφαρμογή αυτών εκλαμβάνονται ως δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας μόνο εάν επιφέρουν περαιτέρω επιστημονική η τεχνολογική πρόοδο. Οι ανωτέρω δοκιμές των φάσεων 1,2,3 και 4 αναγνωρίζονται με την προϋπόθεση ότι διενεργούνται με τη διαδικασία που προβλέπεται από την Εθνική νομοθεσία.
III. Οι πιστοποιούμενες δαπάνες
Οι δαπάνες που σχετίζονται με την εκτέλεση δραστηριοτήτων επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας κατά τα ως άνω αναφερόμενα, είναι οι ακόλουθες, περιοριστικά αναφερόμενες:
α) Αποσβέσεις δαπανών αγοράς κατασκευής ή επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης κτιρίων και κατά το σκέλος αυτών, μετά από επιμερισμό, που σχετίζεται αποκλειστικά με δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
β) Αποσβέσεις δαπανών αγοράς εξοπλισμού και οργάνων εργαστηριακής υποδομής για το χρονικό διάστημα που χρησιμοποιούνται για ερευνητικούς σκοπούς, όπως συσκευές, εργαλεία, επιστημονικά όργανα, διατάξεις και τα εξαρτήματα τους εργαστηριακής ή ημιβιομηχανικής κλίμακας καθώς και εγκαταστάσεις ημιβιομηχανικών (επιδεικτικών) δοκιμών. Στις δαπάνες της κατηγορίας αυτής μπορεί να περιλαμβάνονται τυχόν πρόσθετα κόστη μεταφοράς και εγκατάστασης του εξοπλισμού καθώς και εκπαίδευσης του προσωπικού στη χρήση του.
γ) Οι τρέχουσες λειτουργικές δαπάνες όπως ενοίκια ή χρηματοοικονομική μίσθωση, λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος, ύδρευσης, σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, ταχυδρομικά έξοδα κ.λπ., κατά το σκέλος αυτών, μετά από επιμερισμό, που σχετίζεται αποκλειστικά με δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
δ) Αμοιβές κάθε βαθμίδας προσωπικού που απασχολείται στην εκτέλεση του έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας κατά το διάστημα υλοποίησης αυτού και κατ’ αναλογία προς το χρόνο της απασχόλησής του, όπως εξειδικευμένοι επιστήμονες, μεταπτυχιακοί σπουδαστές, τεχνικοί και διοικητικοί.
ε) Δαπάνες για μετακινήσεις εσωτερικού και εξωτερικού για συνεργασία με εργαστήρια κ.λπ., για ανακοίνωση αποτελεσμάτων σχετικών με το ερευνητικό έργο που εκτελείται, εκτελέστηκε ή σχεδιάζεται να εκτελεστεί, συμμετοχή σε σεμινάρια, συνέδρια, επιστημονικές συναντήσεις, που έχουν άμεση σχέση με το εκτελούμενο έργο επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
στ) Δαπάνες για ευρύ φάσμα αναλωσίμων, όπως χημικά και μικροβιολογικά αντιδραστήρια, μικροεξαρτήματα και όργανα μιας χρήσης ή περιορισμένου αριθμού χρήσεων.
ζ) Δαπάνες αγοράς ή αδειών χρήσης εξειδικευμένων επιστημονικών «πακέτων» προγραμμάτων Η/Υ, τα οποία είναι απαραίτητα για την υλοποίηση της έρευνας. Δεν περιλαμβάνεται σύνηθες λογισμικό γενικής χρήσεως, μη εστιασμένο στις ιδιαίτερες υπολογιστικές ανάγκες του συγκεκριμένου έργου.
η) Δαπάνες για την έκδοση διπλώματος ευρεσιτεχνίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
θ) Δαπάνες σύνδεσης με βάσεις δεδομένων, εθνικά και διεθνή δίκτυα γνώσης, ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες ή άλλες ηλεκτρονικές πηγές παροχής εξειδικευμένων γνώσεων και πληροφόρησης. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση των δαπανών αυτών είναι η αποκλειστική συνάφειά τους με το φυσικό αντικείμενο του εκτελούμενου έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
ι) Ανάθεση με σύμβαση σε εξωτερικούς συνεργάτες ή φορείς (ιδιωτικά εργαστήρια και επιχειρήσεις, δημόσια ερευνητικά κέντρα και εργαστήρια, Α.Ε.Ι και Α.Τ.Ε.Ι), συγκεκριμένου και σαφώς καθορισμένου τμήματος έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας. Οι επιλέξιμες για τους σκοπούς της παρούσας δαπάνες υπεργολαβίας για την εκτέλεση τμήματος του ερευνητικού έργου δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 70% του προϋπολογισμού του ερευνητικού έργου.
ΔΕΝ αποτελούν δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας κατά τα ως άνω αναφερόμενα:
α) Οι κάθε είδους αμοιβές μετόχων, διευθυνόντων συμβούλων, προέδρων Δ.Σ., μελών διοικητικών συμβουλίων, εταίρων, διαχειριστών, γενικών διευθυντών, ιδιοκτητών εν γένει της δικαιούχου επιχείρησης καθώς και οι αμοιβές φυσικών προσώπων με τις προηγούμενες ιδιότητες σε συνδεδεμένες με αυτή επιχειρήσεις, όπως και των προσώπων που είχαν μια από τις παραπάνω ιδιότητες κατά τα δύο προηγούμενα φορολογικά έτη από αυτό της πραγματοποίησης των υπό κρίση δαπανών.
β) Οι δαπάνες που αφορούν αποζημιώσεις απόλυσης, έκτακτες αμοιβές και παροχές σε είδος.
IV. Ειδικές προϋποθέσεις για την πιστοποίηση των δαπανών
Για την εφαρμογή των φορολογικών εκπτώσεων σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις θα πρέπει:
1ον) Οι δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας να συνδέονται με έργα αποκλειστικά αυτοχρηματοδοτούμενα – εξαιρουμένων των έργων που συγχρηματοδοτούνται από οποιαδήποτε άλλο φορέα – που υλοποιούνται από την ίδια την επιχείρηση. Ένα έργο επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας αποτελείται από διάφορες δέσμες εργασιών, δραστηριότητες ή υπηρεσίες, περιλαμβάνει σαφείς στόχους και συγκεκριμένα παραδοτέα για τον προσδιορισμό των σχετικών αποτελεσμάτων και τη σύγκριση των αποτελεσμάτων με τους τεθέντες στόχους.
2ον) Η επιχείρηση να τηρεί ιδιαίτερο λογαριασμό στα λογιστικά της αρχεία στα οποία θα καταχωρούνται οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και να διαφυλάττει επίσης τις σχετικές αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων (αποφάσεις Διοικητικού Συμβουλίου, Γεν. Δ/ντή, Δ/ντή Ερευνών κ.λπ., βεβαιώσεις της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας για την υπαγωγή) για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας για όσο χρόνο ορίζεται, από τις διατάξεις των ν. 4174/2013 (Α’167) και 4308/2014 (Α’251), η διαφύλαξη των λογιστικών αρχείων.
Τα αρμόδια όργανα με τις αποφάσεις που λαμβάνουν κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα ορίζουν σωρευτικά:
α) Το αντικείμενο και τους στόχους του εκτελούμενου έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, β) την αναλυτική τεχνική περιγραφή του έργου (ενότητες εργασιών – μεθοδολογία), γ) τα παραδοτέα, δ) το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης, ε) τη σύνθεση της ερευνητικής ομάδας καθώς και το χρόνο απασχόλησης των μελών της στο συγκεκριμένο ερευνητικό έργο, στ) τον εξοπλισμό και τα όργανα που θα πρέπει να αγορασθούν για την υλοποίηση του ερευνητικού έργου, ζ) τα λοιπά έξοδα που απαιτούνται για την υλοποίηση του ερευνητικού έργου και η) τον προϋπολογισμό ανά κατηγορία δαπάνης και το συνολικό προϋπολογισμό του έργου.
V. Διαδικασία
Ο τύπος και το περιεχόμενο των αιτήσεων και των απαιτούμενων δικαιολογητικών για την πιστοποίηση των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας καθορίζεται κατ’ έτος με ανακοινώσεις, αναρτώμενες στο διαδικτυακό τόπο της ΓΓΕΤ.
Αιτήσεις μπορούν να υποβάλουν όλες οι επιχειρήσεις ανεξάρτητα από τη νομική μορφή με την οποία λειτουργούν.
Ο ποιοτικός έλεγχος σχετικά με το αντικείμενο του ερευνητικού έργου, την υλοποίηση και τα αποτελέσματα του σε σχέση με τα παραδοτέα και τους στόχους του έργου και η πιστοποίηση των δαπανών διενεργούνται από επιτροπές ή ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες που θα ορίζει η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας με την έκδοση των σχετικών διοικητικών πράξεων.
Για την πιστοποίηση των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας των επιχειρήσεων, η ΓΓΕΤ εκδίδει σχετικές βεβαιώσεις, τις οποίες κοινοποιεί στην αρμόδια Φορολογική Αρχή του δικαιούχου καθώς και στις δικαιούχους επιχειρήσεις.
VI. Συμπερασματικά -Οι καινοτομίες της νέας Κ.Υ.Α.
Η πολυαναμενόμενη νέα Κ.Υ.Α. έθεσε με πολύ μεγαλύτερη σαφήνεια, -σε σχέση με την παρωχημένη πλέον, αντίστοιχη Υ.Α. του 1987-, τα όρια χαρακτηρισμού των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας για τα οποία το άρθρο 22Α του τρέχοντος Κ.Φ.Ε. προβλέπει τα σχετικά ισχυρά φορολογικά κίνητρα, ενώ περιέλαβε για πρώτη φορά δαπάνες που συνδέονται άμεσα με την υλοποίηση του καινοτόμου έργου των επιχειρήσεων και οι οποίες παρέμεναν εξαιρέσιμες υπό το προηγούμενο καθεστώς, όπως αυτό είχε προκύψει τόσο από την προϊσχύουσα Υ.Α. του 1987, αλλά και από τις σχετικές διευκρινιστικές επεξηγήσεις-οδηγίες που εξέδιδε κάθε χρόνο η αρμόδια Γ.Γ.Ε.Τ.
Κατ΄ αυτόν τον τρόπο, οι ιδιαιτέρως σημαντικές λειτουργικές δαπάνες που αφορούν μισθώματα κτιρίων ή χρηματοοικονομική μίσθωση, ως και οι λογαριασμοί ΔΕΚΟ και σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, γίνονται πλέον αποδεκτές και συνυπολογίζονται, μετά από επιμερισμό, που σχετίζεται αποκλειστικά με τις δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας. Επίσης, γίνονται πλέον δεκτές οι αποσβέσεις δαπανών αγοράς, κατασκευής ή επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης κτιρίων και κατά το σκέλος αυτών, μετά από επιμερισμό, που επίσης σχετίζεται αποκλειστικά με δραστηριότητες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
Επίσης, ενώ για τις δαπάνες που αφορούν τη μισθοδοσία του απασχολούμενου με το έργο της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας προσωπικού, επαναλαμβάνεται η ρύθμιση της προηγούμενης Υ.Α., ήτοι περιλαμβάνονται, εκτός από τους εξειδικευμένους επιστήμονες και άλλες κατηγορίες, όπως μεταπτυχιακοί σπουδαστές, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό, εφόσον βέβαια απασχολείται στην εκτέλεση του έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και για το διάστημα υλοποίησης αυτού, ρητώς διευκρινίζεται ότι οι δαπάνες που αφορούν αποζημιώσεις απόλυσης, έκτακτες αμοιβές και παροχές σε είδος για τα ως άνω μέλη του προσωπικού δεν γίνονται αποδεκτές. Ομοίως δεν γίνονται δεκτές δαπάνες που αφορούν τις κάθε είδους αμοιβές μετόχων, μελών Δ.Σ. και γενικών διευθυντών των δικαιούχων επιχειρήσεων.
Περαιτέρω, για πρώτη φορά γίνονται δεκτές επιλέξιμες δαπάνες που αφορούν τη σύνδεση με βάσεις δεδομένων, εθνικά και διεθνή δίκτυα γνώσης, ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες ως και άλλες ηλεκτρονικές πηγές παροχής εξειδικευμένων γνώσεων και πληροφορικής, εφόσον προκύπτει η αποκλειστική συνάφειά τους με το φυσικό αντικείμενο του εκτελούμενου έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας.
Τέλος, ενώ γίνονται δεκτές οι επιλέξιμες δαπάνες που αφορούν υπεργολαβίες και ανάθεση με συμβάσεις σε εξωτερικούς συνεργάτες ή φορείς –σημειώνεται ότι οι δαπάνες αυτές μπορούν να αφορούν και δημόσιους αλλά και ιδιωτικούς φορείς, ενώ η προηγούμενη Υ.Α. έκανε αναφορά μόνο στους πρώτους- συγκεκριμένου και σαφώς καθορισμένου τμήματος έργου επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, τίθεται ρητά περιορισμός ως προς το ύψος της σχετικής επιλέξιμης δαπάνης, καθώς δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 70% του προϋπολογισμού του έργου.
Συμπερασματικά, προκύπτει ότι με τη νέα Κ.Υ.Α. διευρύνονται τα κριτήρια χαρακτηρισμού των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, ενώ παράλληλα εισάγονται σαφείς και πιο ευνοϊκές διατάξεις για τις καινοτόμες επιχειρήσεις, αφού πλέον θα συμπεριλαμβάνονται οι πραγματοποιούμενες δαπάνες τόσο για κτίρια όσο και για λειτουργικά έξοδα.