Ν.89 της 1/1.8.1967 – Περί εγκαταστάσεως εν Ελλάδι αλλοδαπών Εμποροβιομηχανικών Εταιρειών
Ν.89 της 1/1.8.1967 – Περί εγκαταστάσεως εν Ελλάδι αλλοδαπών Εμποροβιομηχανικών Εταιρειών
Άρθρο 1
1. Αλλοδαπές εταιρείες μπορούν να εγκαθίστανται στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, με αποκλειστικό σκοπό να παρέχουν στα κεντρικά τους καταστήματα ή σε συνδεδεμένες με αυτές, υπό την έννοια του άρθρου 42ε του κν. 2190/1920, και μη εγκατεστημένες στην Ελλάδα επιχειρήσεις, υπηρεσίες συμβουλευτικού χαρακτήρα, κεντρικής λογιστικής υποστήριξης, ελέγχου ποιότητας παραγωγής, προϊόντων, διαδικασιών και υπηρεσιών, κατάρτισης μελετών, σχεδίων και συμβάσεων, διαφήμισης και μάρκετινγκ, επεξεργασίας στοιχείων, λήψης και παροχής πληροφοριών και έρευνας και ανάπτυξης. Οι εγκαθιστάμενες εταιρείες υποχρεούνται:
α) εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία που εκδίδεται η απόφαση της επόμενης παραγράφου και εφεξής να απασχολούν στην Ελλάδα προσωπικό τουλάχιστον τεσσάρων ατόμων και
β) να έχουν δαπάνες λειτουργίας στην Ελλάδα τουλάχιστον εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ετησίως.
Για παραβάσεις της νομοθεσίας περί εισόδου και διαμονής αλλοδαπών ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με την εταιρεία και ο νόμιμος εκπρόσωπός της στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως της τυχόν ποινικής ευθύνης του.
2. Για την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος απαιτείται ειδική άδεια, η οποία χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εντός πενήντα (50) ημερών από την υποβολή σχετικής αίτησης στη Διεύθυνση Κεφαλαίων Εξωτερικού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.
3. Με όμοια απόφαση ανακαλείται η άδεια, εφόσον διαπιστωθούν παραβάσεις των όρων της ή του παρόντος νόμου. Πριν από την ανάκληση η διοίκηση οφείλει να καλέσει εγγράφως την εταιρεία προκειμένου να εκθέσει εγγράφως τις απόψεις της για τις παραβάσεις που της αποδίδονται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της πρόσκλησης.
Άρθρο 2
1. Τα ακαθάριστα έσοδα των εταιρειών του άρθρου 1 από τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους, τα οποία εισπράττονται υποχρεωτικά μέσω τραπεζικών εμβασμάτων, προσδιορίζονται με την προσθήκη ενός ποσοστού κέρδους στο σύνολο των πάσης φύσεως εξόδων και αποσβέσεών τους, πλην του φόρου εισοδήματος (μέθοδος cost-plus). Το εφαρμοζόμενο σε κάθε εταιρεία ποσοστό κέρδους προκύπτει από την εφαρμογή των κριτηρίων της κανονιστικής απόφασης της πρώτης παραγράφου του άρθρου 3 του παρόντος και διαπιστώνεται με την απόφαση της δεύτερης παραγράφου του προηγούμενου άρθρου, μετά από έλεγχο Επιτροπής, η οποία συνιστάται στο Υπουργείο αυτό και συγκροτείται με απόφαση του ίδιου Υπουργού. Η Επιτροπή αποτελείται από έναν Σύμβουλο ή Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που υπηρετεί στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, ως Πρόεδρο και από τους Προϊσταμένους της Διεύθυνσης Φορολογίας Εισοδήματος και της Διεύθυνσης Κεφαλαίων Εξωτερικού του ιδίου Υπουργείου, καθώς και από έναν ορκωτό ελεγκτή, ως μέλη. Το ως άνω ποσοστό κέρδους επανεξετάζεται ανά πενταετία ή νωρίτερα εφόσον διαφοροποιούνται σημαντικά οι συνθήκες της αγοράς.
Οι αποζημιώσεις του Προέδρου, των μελών, των Γραμματέων και των Εισηγητών της Επιτροπής της παραγράφου αυτής, ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, και προέρχονται από τις πιστώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 18 του άρθρου 7 του ν. 3299/2004, όπως ισχύει. Με ίδιες αποφάσεις μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά αυτά.
2. Για τον καθορισμό των ποσοστών κέρδους, τα οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερα από πέντε τοις εκατό (5%), λαμβάνονται υπόψη ιδίως το είδος των παρεχόμενων από αυτές υπηρεσιών, ο κλάδος δραστηριότητας και οι Οδηγίες του Ο.Ο.Σ.Α. για τις χρεώσεις εντός ομίλων επιχειρήσεων.
3. Για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος της εταιρείας, όλα τα έξοδα επί των οποίων υπολογίζεται το ποσοστό κέρδους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον τεκμηριώνονται από αντίστοιχα παραστατικά στοιχεία που πληρούν τις προ υποθέσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
4. Αν για οποιονδήποτε λόγο τα έσοδα της εταιρείας όπως προκύπτουν από τα βιβλία που τηρεί, είναι μεγαλύτερα από τα έσοδα που προσδιορίζονται με τη μέθοδο της πρώτης παραγράφου του παρόντος, λαμβάνονται υπόψη τα έσοδα που προκύπτουν από τα βιβλία
Άρθρο 3
1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών:
α) καθορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να περιέχουν οι αιτήσεις και τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την υπαγωγή των εταιρειών στις διατάξεις του παρόντος.
β) εξειδικεύονται τα κριτήρια του άρθρου 2 παρ. 2 του παρόντος.
γ) ορίζονται τα όργανα και η διαδικασία ελέγχου των εταιρειών αυτών, καθώς και οι λόγοι ανάκλησης των αδειών τους και
δ) ορίζεται η διαδικασία και τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την επιστροφή των εγγυητικών επιστολών που προβλέπονταν στις διατάξεις του παρόντος πριν την αντικατάστασή τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του παρόντος.
2. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να καθορίζονται και άλλες υπηρεσίες συντονιστικού ή επικουρικού χαρακτήρα, πέραν των αναφερομένων στο άρθρο 1 του παρόντος, τις οποίες επιτρέπεται να παρέχουν οι εταιρείες που υπάγονται στον παρόντα νόμο.
Άρθρο 4
Στις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων υπάγονται κατόπιν σχετικής αιτήσεως και ημεδαπές εταιρείες, εφόσον παρέχουν αποκλειστικά τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος σε υποκαταστήματά τους στην αλλοδαπή ή σε συνδεδεμένες με αυτές και μη εγκατεστημένες στην Ελλάδα εταιρείες.
Άρθρο 5
Όλες οι δημόσιες υπηρεσίες και αρχές, καθώς και οι ιδιώτες οφείλουν να παρέχουν στη Διεύθυνση Κεφαλαίων Εξωτερικού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών κάθε πληροφορία που τους ζητείται και κάθε δυνατή συνδρομή για την απρόσκοπτη εφαρμογή του παρόντος νόμου.
Άρθρο 6
Διά του παρόντος, ούτινος η ισχύς άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν θίγονται αι διατάξεις του άρθρου 9 του Ν. 4171/1961 «περί λήψεως γενικών μέτρων προς υποβοήθησιν της αναπτύξεως της οικονομίας της Χώρας» και αι διατάξεις του άρθρου 50 του Ν. 2190/1920 «περί Ανωνύμων Εταιρειών».