Αναγωγικό δικαίωμα του Επικουρικού Κεφαλαίου κατά των υπολοίπων συνοφειλετών της αποζημίωσης
Το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, μέλη του οποίου είναι υποχρεωτικά και αυτοδίκαια όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με το ΠΔ 237/1986, το Επικουρικό Κεφάλαιο υποχρεούται να αποζημιώσει τον παθόντα τροχαίου ατυχήματος αν ο υπαίτιος είναι άγνωστος ή το ατύχημα έχει προέλθει από ανασφάλιστο όχημα ή του οποίου ο ασφαλιστής πτώχευσε ή του έχει αφαιρεθεί η άδεια λειτουργίας λόγω παράβασης νόμου ή αν το ατύχημα προήλθε από ορισμένους τύπους οχημάτων ή ορισμένα οχήματα που φέρουν ειδική πινακίδα κυκλοφορίας.
«Αναγωγικό ή δικαίωμα αναγωγής» ονομάζεται το δικαίωμα η άσκηση του οποίου έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη υπεισέλευση του προσώπου που το ασκεί στα δικαιώματα άλλου. Η υπεισέλευση αυτή στηρίζεται στο νόμο (δικαίωμα ex lege) και συγκεκριμένα στο άρθρο 927 παρ. 1 ΑΚ, το οποίο ορίζει πως σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής εις ολόκληρον, αν ένας εκ των συνοφειλετών κατέβαλε αποζημίωση στον παθόντα, δικαιούται να στραφεί κατά των υπολοίπων οφειλετών προς αναζήτηση του συνόλου ή μέρους του καταβληθέντος από αυτόν ποσού. Ο τρόπος άσκησης του δικαιώματος είναι η έγερση αγωγής από οφειλέτη που αποζημίωσε τον παθόντα κατά των συνοφειλετών του, στο βαθμό που δεν κατέβαλαν το ποσό που τους αναλογεί.
Σύμφωνα ωστόσο με το ΠΔ 237/1986, το οποίο εισάγει ειδικότερη ρύθμιση που κατισχύει του γενικού ως άνω κανόνα, σε περίπτωση που το Επικουρικό Κεφάλαιο αποζημιώσει τον παθόντα τροχαίου αυτοκινητικού ατυχήματος, δε διαθέτει το δικαίωμα να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρείας που έχει πτωχεύσει ή έχει ανακληθεί η άδεια λειτουργίας της λόγω παράβασης νόμου ή η εκτέλεση κατά της οποίας απέβη άκαρπη. Στην περίπτωση αυτή, το Επικουρικό Κεφάλαιο μπορεί να στραφεί αναγωγικά κατά του διαμεσολαβητή της ασφάλισης για την αναζήτηση ποσού έως 1.500 €, εκτός αν ο διαμεσολαβητής αποδείξει ότι δε γνώριζε ούτε μπορούσε να γνωρίζει την επικείμενη πτώχευση ή ανάκληση. Ο περιορισμός του ποσού δεν ισχύει, αν ο διαμεσολαβητής ενήργησε με δόλο και να ζητήσει από τους τελευταίους το ποσό που κατέβαλε ως αποζημίωση.
Αντιθέτως, σύμφωνα με τον ίδιο νόμο, το Επικουρικό Κεφάλαιο όταν αποζημιώσει τον παθόντα λόγω έλλειψης ασφαλιστικής κάλυψης του οχήματος δικαιούται να στραφεί αναγωγικά κατά του υπαιτίου, του ιδιοκτήτη και του κατόχου του οχήματος που οδηγούσε ο υπαίτιος, οι οποίοι ευθύνονται σε αποζημίωση σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος σύμφωνα με τον ΓπΝ/1911.
Ο συνυπόχρεος σε αποζημίωση, όταν εναχθεί αναγωγικά από το Επικουρικό Κεφάλαιο, δικαιούται να αντιτάξει κατά του τελευταίου όλες τις ενστάσεις που θα διέθετε αν εναγόταν από τον παθόντα, όπως για παράδειγμα την ένσταση της παραγραφής και την ένσταση του συντρέχοντος πταίσματος. Συμβιβασμός που έχει συναφθεί μεταξύ του παθόντος και ενός συνοφειλέτη της αποζημίωσης δε μπορεί να προταθεί κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου στην αναγωγική δίκη, παρά μόνο αν το Επικουρικό Κεφάλαιο έχει αποδεχθεί το συμβιβασμό κατ’ άρθρον 486 ΑΚ (ΑΠ 64/2011).
Συμπερασματικά, ο νόμος δίνει αφενός τη δυνατότητα στο Επικουρικό Κεφάλαιο, αφού καταβάλει την οφειλόμενη αποζημίωση στον παθόντα, να στραφεί κατά του υπαιτίου οδηγού και του ιδιοκτήτη ή κατόχου του οχήματος που οδηγούσε ο υπαίτιος κατά τη στιγμή του ατυχήματος (αναγωγικό δικαίωμα), όχι όμως και της ασφαλιστικής που ενώ κάποτε κάλυπτε το όχημα, στη συνέχεια πτώχευσε ή ανακλήθηκε η άδειά της ή της ασφαλιστικής κατά της οποίας έχει ήδη επιχειρηθεί εκτέλεση και αυτή απέβη άκαρπη και αφετέρου παρέχει στα κατά περίπτωση εναγόμενα ως άνω πρόσωπα τις ενστάσεις που θα είχαν αν την αγωγή ασκούσε ο ίδιος ο παθών.