Διακοπή ατομικής επιχείρησης και έναρξη νέας εταιρείας (ΟΕ) με το ίδιο αντικείμενο – θέμα φόρου υπεραξίας
Υπό τον προϊσχύσαντα ΚΦΕ (αρ. 13 ν.2238/94), με την ερμηνευτική Εγκύκλιο της Διοίκησης (Εγκ. Υπ. Οικονομικών 1052699/1082/Α0012/30.5.2003) είχε γίνει δεκτό πως συνιστά μεταβίβαση επιχείρησης και τίθεται κατά συνέπεια θέμα υπολογισμού φόρου υπεραξίας σε περίπτωση διακοπής των εργασιών επιχείρησης (ατομικής ή εταιρείας) και έναρξης στον ίδιο χώρο με το ίδιο αντικείμενο εργασιών άλλης επιχείρησης (ατομικής ή εταιρείας) μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα π.χ. έξι (6) μηνών.
Εν συνεχεία, η Εγκύκλιος ΠΟΛ 1169/2011 ανακάλεσε την ανωτέρω Εγκύκλιο 1052699/1082/Α0012/30.5.2003 κατά το μέρος αυτό, καθώς έγινε δεκτό πως, από την έκδοση της Εγκυκλίου, κατά την διακοπή εργασιών επιχείρησης και έναρξη στον ίδιο χώρο με το ίδιο αντικείμενο εργασιών άλλης επιχείρησης δεν οφείλεται φόρος υπεραξίας, όταν δεν προκύπτει η καταβολή σχετικού τιμήματος. Σύμφωνα με τα βασικά σημεία:
- Οι διατάξεις του αρ. 13 παρ.1 περ. α’ του Ν. 2238/1994 (με τις οποίες φορολογείτο αυτοτελώς λογιζόμενο ως εισόδημα με συντελεστή 20% κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση ολόκληρης επιχείρησης με τα άυλα στοιχεία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια κτλ. ή υποκαταστήματος επιχείρησης, εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, ποσοστών σε κοινωνία αστικού δικαίου που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα, ή σε κοινοπραξία κλπ.) εφαρμόζονται κατά την περίπτωση που συντελείται μεταβίβαση με αντάλλαγμα
- Η προγενέστερη θέση είχε βασιστεί στο ότι στις πιο πάνω περιπτώσεις διακοπής και έναρξης εργασιών επιχειρήσεων με το ίδιο αντικείμενο εργασιών είναι πιθανόν να υποκρύπτεται η καταβολή «αέρα» ή μεταβίβαση ολόκληρης της επιχείρησης που σταματά τις εργασίες της.
- Το ΣτΕ με την 2661/2008 απόφασή του έκρινε ότι για την επιβολή της αυτοτελούς φορολόγησης 20% στο κέρδος ή στην ωφέλεια που προκύπτει από τη μεταβίβαση επιχείρησης ως σύνολο, η φορολογική Αρχή φέρει το βάρος απόδειξης ότι έλαβε χώρα μεταβίβαση της επιχείρησης.
- Οι διατάξεις της περ. α’ της παρ.1 του άρθρου 13 του ΚΦΕ έχουν εφαρμογή σε περίπτωση που συντελείται πραγματική μεταβίβαση με την καταβολή τιμήματος.
- Κατά συνέπεια κατά τη διακοπή εργασιών επιχείρησης και έναρξη εργασιών στον ίδιο χώρο χωρίς να προκύπτει η καταβολή τιμήματος δεν επιβάλλεται φόρος εισοδήματος.
- Αντίθετα, η ύπαρξη καταβληθέντος τιμήματος έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων για οφειλή φόρου με 20%
Υπό τον ισχύοντα ΚΦΕ (ν. 4172/2013), ο οποίος είναι σε ισχύ από 1.1.2014 (οπότε και καταργήθηκαν προϊσχύουσες εγκύκλιοι) δεν προβλέπεται μεν κάτι ρητά, ωστόσο, από τη διατύπωση και το πνεύμα των διατάξεων φαίνεται να προκύπτει ότι φόρος υπεραξίας επί μεταβίβασης επιχείρησης επιβάλλεται σε περίπτωση που η εν λόγω μεταβίβαση γίνεται από επαχθή αιτία, δηλαδή με αντάλλαγμα (τίμημα πώλησης).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 42 του ΚΦΕ και της ΠΟΛ 1032/2015 (Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μεταβίβαση τίτλων και ολόκληρης επιχείρησης μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου ΚΦΕ) προβλέπεται ότι το εισόδημα που προκύπτει από μεταβίβαση τίτλων ή ολόκληρης επιχείρησης, δηλαδή μεταβίβαση του συνόλου των μετοχών και μεριδίων αυτής, συμεπριλαμβανομένης της μεταβίβασης ατομικής επιχείρησης, φορολογείται, προκειμένου για τα φυσικά πρόσωπα, με συντελεστή 15% σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 του ΚΦΕ.
Στη μεταβίβαση ατομικής επιχείρησης που τηρεί απλογραφικά βιβλία, ως τιμή πώλησης και κτήσης θα λαμβάνεται υπόψη το τίμημα που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης. H τιμή κτήσης εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί, θα θεωρείται ότι είναι μηδενική.
Ειδικότερα και ενδεικτικά, στοιχεία της ατομικής επιχείρησης κατά το έτος μεταβίβασης και κατά το έτος έναρξης εργασιών, όπως πάγια της επιχείρησης, αποθέματα, απαιτήσεις, υποχρεώσεις κλπ., συμβάλλουν στην εκτίμηση του προσδιορισμού της αξίας πώλησης και κτήσης της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, κατά τον έλεγχο από τη Φορολογική Αρχή. Η υπεραξία από τη μεταβίβαση ατομικής επιχείρησης, αφορά όχι την καθ’ αυτό πώληση των παγίων και εμπορευμάτων στο νέο ιδιοκτήτη καθόσον αυτά σε κάθε περίπτωση, αποτελούν ακαθάριστα έσοδα του μεταβιβάζοντος. Ευνόητο, ότι σε περίπτωση αποσβεσμένων πάγιων στοιχείων της επιχείρησης, ολόκληρο το τίμημα της πώλησης αποτελεί φορολογητέο έσοδο από επιχειρηματική δραστηριότητα. Η υπεραξία εν προκειμένω, αντιστοιχεί στην άυλη αξία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια, φήμη και πελατεία κ.λπ., και φορολογείται με συντελεστή 15%, ενώ δεν αφορά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Βάσει των ανωτέρω, δεν φαίνεται να προκύπτει θέμα φόρου υπεραξίας σε περίπτωση διακοπής ατομικής επιχείρησης και σύστασης νέας εταιρείας (ΟΕ) στον ίδιο χώρο και με ίδιο αντικείμενο εργασιών, εφόσον δεν υπάρχει καταβολή πραγματικού τιμήματος (ανταλλάγματος).
* Οι πληροφορίες είναι ακριβείς με βάση τα δεδομένα που είναι γνωστά στον συγγραφέα κατά τον χρόνο σύνταξης του άρθρου. Δεν έχουμε υποχρέωση να επικαιροποιούμε τα αναρτημένα άρθρα. Η δικηγορική μας εταιρεία δεν αναλαμβάνει ευθύνη έναντι οποιουδήποτε τρίτου που δεν είναι πελάτης και δεν έχει υπογράψει τους όρους συνεργασίας μας.